Δεν ήθελα να εξαπατηθώ για μία ακόμη φορά στη ζωή μου. Παρ’ όλα τα θαμαστά γεγονότα που είχα δει από τον π. Παΐσιο…. Τον αμφισβητούσα. Δεν πίστευα τις εξηγήσεις που έδινε. Μπορεί αυτός να το βλέπει έτσι, η πραγματικότητα όμως να τον ξεπερνά. Μπορεί να κατέχει ένα τμήμα της αλήθειας, μπορεί κάποια άλλα τμήματα της αλήθειας να υπάρχουν και σ’ άλλα συστήματα σκέψης και σε άλλες θρησκείες. Μπορεί να είμαι τώρα επηρεασμένος από την έντονη προσωπικότητά του, από το περιβάλλον του Αγίου Όρους. Αν απομακρυνθώ, αν πάρω κάποια απόσταση να δω διαφορετικά τα πράγματα.
Αποφάσισα λοιπόν να δώσω ίσες ευκαιρίες και στους Ινδουιστές γιόγκι. Τους γνώριζα βέβαια πριν γνωρίσω τον π. Παΐσιο, αλλά ποτέ δεν είχα πάει στην Ινδία, στο κέντρο τους, στην καρδιά τους. Αποφάσισα λοιπόν να ανοίξω την ψυχή μου και σε αυτούς, όσο την είχα ανοίξει και στο γέροντα. Αποφάσισα να πάω να ζήσω μαζί τους, να ζυμωθώ μαζί τους, όπως είχα κάνει και με τους ορθοδόξους μοναχούς.
Για να είμαι τελείως ανεπηρέαστος και ανοιχτός, έβγαλα συμβολικά από πάνω μου το σταυρουδάκι που είχε φτιάξει με τα χέρια του ο γέροντας και πήγα στην Ινδία ανοιχτός… καλοπροαίρετος. Στην πραγματικότητα πίστευα ότι η γιόγκα μου ταιριάζει καλύτερα. Πίστευα ότι και αυτή είναι ένας δρόμος προς το Θεό.
Έτσι βρέθηκα στην Ινδία και έζησα γιά μήνες μέσα στά άσραμ μαζί με τους Σουάμι και τους γκουρού. Απόκτησα εμπειρίες και από τούς δύο χώρους. Πάλεψαν μέσα στην ψυχή μου. Μπόρεσα να συγκρίνω την ποιότητα και την προέλευσή τους.
Ήταν χωρίς κίνδυνο αυτή μου η στάση; Όχι, κινδύνεψα πολύ. Δεν τα έβγαλα πέρα με τις δικές μου δυνάμεις. Βοηθήθηκα η καλύτερα σώθηκα χάρη στις επεμβάσεις του Θεού που έλυνε πολλά πρακτικά καθημερινά προβλήματα, πέρα από τα πνευματικά. Αν δε βοηθούσε ο Θεός, θα είχα καταστραφεί ολοκληρωτικά.
(Από το οπισθόφυλλο της έκδοσης)